-
1 νηλί-πους
νηλί-πους, οδος, wie ἀνηλίπους (vielleicht von νη-ἦλιψ-πούς, oder unmittelbar von νῆλιψ), unbeschuht, barfuß, nach E. M. ἀνυπόδητος καὶ μονοχίτων, also übh. dürftig, arm; bei Soph. ἄσιτος νηλίπους τ' ἀλωμένη, O. C. 350, in der ersten Bdtg. – Bei sp. D. auch νήλιπος, wie Ap. Rh. 3, 646; βίος, Lycophr. 635.
-
2 νηλίπους
νηλί-πους, οδος, unbeschuht, barfuß; ἀνυπόδητος καὶ μονοχίτων, also übh. dürftig, arm
См. также в других словарях:
Δημητριάδας και Αλμυρού, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος με έδρα τον Βόλο. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 134 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν συνολικά 188 κληρικοί. Για την αρτιότερη και πλέον εύρυθμη περιφερειακή οργάνωση, λειτουργούν οι αρχιερατικές… … Dictionary of Greek